Τα ήξερε όλα…
Ανεπίκαιρες σκέψεις πάνω σε μια ξεχασμένη φράση του Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα
«Γεννήθηκα μέσα στο ποδόσφαιρο. Ήξερα ποιος επρόκειτο να γίνω. Δεν ήξερα όμως ότι θα έπαιρνα κοκαΐνη. Ήξερα ότι θα αγόραζα ένα σπίτι για τη μαμά μου, ότι θα παντρευτώ και θα κάνω οικογένεια, ότι θα γυρίσω όλο τον κόσμο, ότι η Αργεντινή θα κερδίσει το Παγκόσμιο Κύπελλο. Αυτά τα έλεγα όταν ήμουν ακόμη παιδί. Είναι γραμμένα αυτά σε βίντεο. Τα ήξερα όλα αυτά…»
Τα παραπάνω λόγια του Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα από το ντοκιμαντέρ του Εμίρ Κουστουρίτσα (Το χέρι του Θεού) τα θυμήθηκα για πρώτη φορά στις 27 Νοέμβρη 2020. Ημέρα που κηδεύτηκε ο Μαραντόνα, καθώς διαβάζω τώρα στο ημερολόγιό μου. «Ημερολόγιο του Covid και της καραντίνας του 2020», αυτό το ημερολόγιο. Τις θυμάστε αυτές τις ημέρες. Από τότε λοιπόν, τον θάνατο του Μαραντόνα (2020), πέρασαν τέσσερα χρόνια. Και από το ντοκιμαντέρ του Κουστουρίτσα του 2008 πέρασαν 16 χρόνια! Και φίλος του ποδοσφαίρου δεν είμαι. Μα γιατί στέκομαι τώρα σε ένα ανεπίκαιρο γεγονός ενός παρελθόντος και ξεχασμένου σήμερα θανάτου, αναρωτιέμαι. Μα, προφανώς, γιατί μου είχε κάνει εντύπωση αυτή η φράση του Ντιέγκο στο ντοκιμαντέρ: «τα ήξερα όλα!». Και κυρίως η ειλικρίνεια του ύφους του στη διατύπωση αυτής της φράσης.
Τα ήξερε όλα το φτωχόπαιδο… Ήξερε από παιδί ακόμη ότι θα κερδίσει το Παγκόσμιο Κύπελλο και ότι θα γίνει «πρωταθλητής», «campeón»… Τα έλεγε αυτά, αλήθεια είναι, όταν ήταν ακόμη παιδί… «Yo sabia todo eso». «Εγώ τα ήξερα όλα αυτά», μας λέει στο ντοκιμαντέρ με την αφοπλιστική ειλικρίνεια της εξομολόγησης.
Τα ήξερε όλα ο Ντιέγκο. Από μικρός τα ήξερε όλα. Ήξερε τι θα γίνει. Ότι θα βγάλει πολλά χρήματα. Ότι θα πάρει για τη μητέρα του σπίτι. Ότι θα κάνει οικογένεια. Ότι θα κερδίσει το πρωτάθλημα. Όλα τα ήξερε αυτός ο χαρισματικός Ντιέγκο…
Εγώ πάλι, όταν ήμουν παιδί, δεν ήξερα τίποτε. Και στα δεκαπέντε μου, πάλι τίποτε δεν ήξερα. Κι όχι μόνο δεν ήξερα τίποτε, αλλά απορούσα με όλα και αναρωτιόμουν. Αναρωτιόμουν αν θα προλάβω να ζήσω μέχρι τα σαράντα. Μου φαίνονταν μεγάλη ηλικία τότε τα σαράντα. Δεν ήξερα τίποτε όταν ήμουν παιδί. Ούτε στα δεκαπέντε μου ήξερα. Ούτε και στα είκοσι μου ήξερα. Δεν ήξερα τότε αν θα αξιωθώ κάποτε όλα αυτά που θεωρούμε απαραίτητα σήμερα για μια αξιοπρεπή ανθρώπινη ζωή. Και δεν μιλάμε βέβαια για πλούτη, δόξα, πρωτάθλημα…
Ο Ντιέγκο όμως τα ήξερε όλα. Γιατί, όπως φαίνεται, όλα αυτά που πέτυχε το φτωχόπαιδο από το Μπουένος Άιρες ήταν μέσα στο πρόγραμμα με το οποίο είχε προγραμματιστεί. Τα ήξερε όλα. Μόνο για τα ναρκωτικά δεν ήξερε. Αυτά δεν ήταν μέσα στο πρόγραμμα. Επρόκειτο για «ιό». Και το πρόγραμμα με το οποίο είχε προγραμματιστεί ο Ντιεγκίτο δεν είχε σχεδιαστεί για προστασία από ιούς που θα το πρόσβαλαν κάποτε.
Τα ήξερε όλα… Τα ήξερε, άραγε όλα;
Θυμήθηκα την ωραία ιστορία του Ράντγιαρντ Κίπλινγκ «Στην υπηρεσία της Αυτής Μεγαλειότητας» από το Βιβλίο της Ζούγκλας. Θυμήθηκα την απάντηση του ελέφαντα στο ερώτημα των βοδιών γιατί φοβάται τα κανόνια όταν βροντάνε και αρνείται να προχωρήσει. Ο «Δύο Ουρές», έτσι ονόμαζαν τα άλλα ζώα του στρατοπέδου τον ελέφαντα γιατί τους φαινόταν παράξενη η προβοσκίδα του και τη θεωρούσαν δεύτερη ουρά, τους απάντησε: «Ξέρω αρκετά, ώστε να νιώθω άβολα και πάλι όχι τόσα, ώστε να ξεθαρρέψω και να προχωρήσω…»
Ανυπέρβλητη σοφία η επίγνωση της άγνοιας. Το να ξέρεις ότι δεν ξέρεις. Ότι δεν μπορείς να ξέρεις τι σου επιφυλάσσει η ζωή. Μεγάλη όμως και η σοφία του «Δύο Ουρές» που ήξερε αρκετά αλλά όχι τόσα», ώστε να ξεθαρρέψει και να προχωρήσει…
Κι όμως ο Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα ήταν αγνός, καλός άνθρωπος. Μου άρεσε ο τρόπος που σε κοιτούσε στο ντοκιμαντέρ. Ίσια στα μάτια κι όχι λοξά. Και με εγκαρδιότητα και εμπιστοσύνη. Όχι με καχυποψία. Κι ο τρόπος που περπατούσε αυτός ο μικρόσωμος μυώδης Αργεντίνος μου άρεσε. Περπατούσε στητός, με το στήθος προτεταμένο κι όχι σκυφτός. Μου έκανε εντύπωση αυτό. Παρόλο που ήταν μάλλον κοντός, στεκόταν με μια περήφανη αξιοπρέπεια απέναντι σε ψηλότερούς του. Η στάση του σώματος, το πώς κινείται και πώς περπατάει ένας άνθρωπος, δείχνει το ήθος του, τη διάθεσή του, τον ψυχισμό του.
Ο Ντιέγκο όμως δεν τα ήξερε όλα… Ήξερε ότι θα κατάφερνε να κυριεύσει τη δική του Τροία. Αυτό ναι, το ήξερε. Ήξερε ότι θα γινόταν μύθος για όλους τους φτωχούς που ονειρεύονταν ότι θα ξεφύγουν από τη φτώχεια κι ότι θα νικήσουν τους αποικιοκράτες του Βόρειου Ημισφαιρίου, όπως συνέβη και στο ποδόσφαιρο με αρχηγό τότε τον Ντιέγκο.
Ο Ντιέγκο ήξερε ότι θα κυρίευε την δική του Τροία, ότι θα έπαιρνε το Παγκόσμιο Κύπελλο. Αλλά δεν ήξερε ότι το ταξίδι της επιστροφής από την Τροία θα ήταν το δυσκολότερο. Σ’ αυτό το ταξίδι χάθηκαν άλλωστε κι όλοι οι σύντροφοι του Οδυσσέα. Αλλά ο Μαραντόνα δεν ήξερε την ελληνική μυθολογία. Κι έτσι δεν μπόρεσε να αποφύγει τις Σειρήνες ούτε την Κίρκη. Στο χοιροστάσι της κοκαΐνης μεταμορφώθηκε σε γουρούνι. Γιατί δεν είχε την προστασία της Αθηνάς. Αφού τα ήξερε όλα, δεν τη χρειαζόταν… Ούτε και τη φρόνηση και την καχυποψία του Οδυσσέα είχε για να μην εμπιστεύεται τα φαινόμενα.
Ο Ντιεγκίτο τελικά δεν τα ήξερε όλα. Τα έμαθε όμως μετά, αφού κατέρρευσε από τα ναρκωτικά και αφού αποδέχτηκε το σφάλμα του και ζήτησε δημόσια συγγνώμη. Αλλά, όπως είπε και στο ντοκιμαντέρ του Κουστουρίτσα, «τώρα πια είναι αργά, τα λάθη έγιναν και δεν διορθώνονται». Ενοχή και απελπισία… Αυτά τα συναισθήματα δεν ήξερε ότι θα τα δοκίμαζε στο τέλος της ζωής του. Τα δοκίμασε κι αυτά.
Κι όμως, θυμάται, παιδί ακόμη, ότι αγαπούσε το ποδόσφαιρο περισσότερο από κάθε τι άλλο. «Όταν ήμασταν μικροί παίζαμε ποδόσφαιρο και δεν θέλαμε να σταματήσουμε», λέει ο Ντιέγκο στο ντοκιμαντέρ με λήψη στην αυλή του σπιτιού του Κουστουρίτσα, καθισμένος δίπλα στον Σέρβο φίλο του στη διθέσια κούνια του κήπου. Και συνεχίζει: «Θέλαμε να παίζουμε συνέχεια. Παίζαμε τη νύχτα, και μόλις μετά βίας βλέπαμε την μπάλα. Ξέρεις, λοιπόν, τι γινόταν; Παίζαμε το βράδυ στο σκοτάδι κι έπειτα, την άλλη μέρα, όταν παίζαμε, βλέπαμε καλύτερα. Η νύχτα ήταν μέσα στο κεφάλι μας. Και την άλλη μέρα η φαντασία μας κάλπαζε. Αισθανόμασταν ότι παίζαμε γρηγορότερα και καλύτερα. Είναι όπως μια ομιχλώδη μέρα που δεν μπορείς να δεις το τέρμα ούτε το μισό γήπεδο ή πού στέλνεις την μπάλα. Είναι σαν να παίζεις με κλειστά μάτια. Όταν τα έχεις περάσει αυτά, έχεις καλύτερη αίσθηση του γηπέδου, του γκολ, του αντιπάλου σου…»
Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα, πόσο κοντά έφτασες στο να τα ξέρεις όλα! Τη γνώση αυτή την άγγιξες όταν έπαιζες –παιδί ήσουν– μπάλα τη νύχτα με τους φίλους σου στις φτωχογειτονιές της πατρίδας σου. Ένιωσες τι σημαίνει να τα ξέρεις όλα, που σημαίνει: να παίζεις μπάλα με κλειστά μάτια κι όταν έπειτα τα ανοίγεις στο φως της μέρας να βλέπεις αυτά που δεν βλέπουν οι άλλοι, κι όχι μόνο αυτά που φαίνονται «δια γυμνού οφθαλμού». Όταν όμως έπαψες να παίζεις μπάλα τη νύχτα, στο σκοτάδι, σχεδόν με κλειστά μάτια, όταν έπαψες, Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα, να έχεις τη σοφία και την εμπειρία του παιδιού, έπαψες να βλέπεις και τη μέρα. Μέσα στη δόξα, τα πλούτη, την κραιπάλη, τα ναρκωτικά, το παιδί που έπαιζε μπάλα με κλειστά μάτια έχασε το φως του. Κι όμως κάποτε αυτό το παιδί τα ήξερε όλα…
Δημοσίευση, Πέμπτη 05-09-2024: Παρατηρητής της Θράκης, Xanthinea.gr.
Δημοσιευμένα άρθρα του Δημήτρη Βλάχου στην ιστοσελίδα www.dimitrisvlachos.gr