Μύθος, πραγματικότητα, αλήθεια στη βαθμολόγηση των πανελλαδικών εξετάσεων
Οι πανελλαδικές εξετάσεις είναι χωρίς αμφιβολία μία δοκιμασία για τους υποψηφίους και τις οικογένειές τους. Δοκιμασία σημαίνει βέβαια εξέταση, έλεγχο καταλληλότητας ενός υποψηφίου για μια θέση. Αλλά δοκιμασία σημαίνει συγχρόνως και μια δύσκολη κατάσταση στην οποία δοκιμάζονται οι αντοχές, οι δικές του πρωτίστως αλλά και των ανθρώπων γύρω του.
Μια τέτοια δοκιμασία, ανάμεσα στις πολλές που ζήσαμε και τις άλλες που μας περιμένουν, είναι λοιπόν και οι πανελλαδικές εξετάσεις. Και τις πανελλαδικές εξετάσεις σαν τέτοια δοκιμασία από την οποία περιμένουμε να ικανοποιήσουμε προσδοκίες, επιθυμίες και ανάγκες τις καλωσορίζουμε και τις ευλογούμε. Δεν τις φοβόμαστε. Δεν μεμψιμοιρούμε. Δεν είμαστε απαισιόδοξοι. Καλωσορίζοντας και ευλογώντας τη δοκιμασία των πανελλαδικών εξετάσεων, όσο παράδοξο κι αν φαίνεται αυτό, προσελκύουμε το καλύτερο που έχει αυτή να μας δώσει για την πρόοδο και την εξέλιξή μας. Η αποδοχή αυτής της πραγματικότητας των εξετάσεων, όποιο και να είναι το αποτέλεσμα που μας επιφυλάσσει, είναι ο δρόμος για την εξέλιξη και τη μεταμόρφωσή μας σε ενήλικα υπεύθυνα άτομα. Αυτές οι πρώτες σκέψεις μου για την εμπειρία των πανελλαδικών εξετάσεων ας θεωρηθούν ως βάση θεμελίωσης της τοποθέτησής μου.
Το θέμα που πραγματεύομαι[1] εδώ αφορά στους μύθους και την πραγματικότητα σχετικά με τη βαθμολόγηση, αλλά και την αλήθεια πέρα και από αυτή τούτη τη βαθμολόγηση. Στόχος μου η αποφόρτιση των υποψηφίων και η ενδυνάμωσή τους.
Όσα θα πω προέρχονται περισσότερο από την άμεση εμπειρία μου ως Σχολικού Συμβούλου Φιλολόγων και Πρόεδρου του Ειδικού Εξεταστικού Κέντρου Ροδόπης για έξι χρόνια 2012-2017. Αλλά και από την εμπειρία που είχα ως βαθμολογητής και συντονιστής στο Βαθμολογικό Κέντρο Καβάλας πριν το 2012.
Και αρχίζω πρώτα με κάποιες διευκρινίσεις για τα Ειδικά Εξεταστικά Κέντρα. Στα Ειδικά Εξεταστικά Κέντρα εξετάζονται προφορικά, κατόπιν αίτησής τους, συγκεκριμένες κατηγορίες υποψηφίων με αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες σύμφωνα με σχετική εγκύκλιο που εκδίδεται κάθε χρόνο.
Οι περισσότεροι υποψήφιοι και γονείς υποψηφίων που δεν εμπίπτουν στις παραπάνω κατηγορίες, δεν γνωρίζουν λεπτομέρειες, και έτσι παρασύρονται από μύθους και φήμες σχετικά με την όλη διαδικασία εξέτασης ατόμων με αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. Αναφέρω ενδεικτικά κάποιους από αυτούς τους μύθους, τους οποίους καταρρίπτει στη συνέχεια η πραγματικότητα.
Μύθος 1ος: Είναι εύκολο να εξεταστεί κάποιος προφορικά, ακόμη και αν δεν πληροί τις προϋποθέσεις. Αρκεί να προσκομίσει κάποια ιατρική γνωμάτευση και έτσι να αποφύγει το άγχος και την πίεση των γραπτών εξετάσεων.
Μύθος 2ος : Όσοι εξετάζονται προφορικά στα Ειδικά Εξεταστικά Κέντρα παίρνουν μεγάλους βαθμούς. Πολύ μεγαλύτερους από αυτούς που θα έπαιρναν αν εξετάζονταν γραπτώς, όπως οι άλλοι υποψήφιοι.
Μύθος 3ος : Οι εξεταστές στα Ειδικά Εξεταστικά βοηθούν τους μαθητές κατά τη διάρκεια της προφορικής εξέτασης είτε υποβάλλοντάς τους εντέχνως τις σωστές απαντήσεις είτε δείχνοντας μεγάλη ελαστικότητα στη βαθμολόγηση.
Μύθος 4ος: Οι εξεταστές δεν είναι αντικειμενικοί, αλλά επηρεάζονται από τις γνωριμίες και από το περιβάλλον τους, και βάζουν μεγάλους βαθμούς σε συγκεκριμένους μαθητές.
Αυτοί είναι κάποιοι μύθοι θετικοί προς το βαθμολογικό συμφέρον των εξεταζόμενων προφορικά μαθητών, αλλά υπάρχουν και οι αρνητικοί μύθοι, σύμφωνα με τους οποίους η εξέταση στα ειδικά εξεταστικά κέντρα ζημιώνει βαθμολογικά τους μαθητές. Αναφέρω κάποιους από τους αρνητικούς αυτούς μύθους:
Μύθος 1ος : Η επιτήρηση είναι πολύ χαλαρή, γίνεται θόρυβος από κάποιους ανήσυχους ή αδιάφορους μαθητές, γι’ αυτό κάποιοι υποψήφιοι δεν μπορούν να συγκεντρωθούν κατά τη διάρκεια της εξέτασης και έτσι σημειώνουν χαμηλή επίδοση.
Μύθος 2ος : Οι εξεταστές δεν γνωρίζουν την ιδιαιτερότητα των εξεταζόμενων με ειδικές μαθησιακές ανάγκες υποψηφίων και πώς να τους εξετάσουν βάσει αυτής. Έτσι ή τους συμπεριφέρονται με αδιαφορία ή και τους εξετάζουν με τον ίδιο τρόπο που θα εξέταζαν υποψηφίους γραπτών εξετάσεων χωρίς διαγνωσμένα μαθησιακά προβλήματα. Αυτό προκαλεί άγχος και επηρεάζει την απόδοση των εξεταζόμενων προφορικώς μαθητών καθώς και τον τελικό βαθμό τους
Αυτοί είναι κάποιοι από τους μύθους (θετικούς και αρνητικούς) που διαδίδονται εύκολα μέσα από φήμες, καθώς βρίσκουν πρόσφορο έδαφος στην καχυποψία, την ανασφάλεια, το άγχος και την πίεση που βιώνουν γονείς και υποψήφιοι κάτω από το βάρος των πανελλαδικών εξετάσεων και των στερεοτύπων που τις συνοδεύουν και τις συντηρούν.
Ποια είναι όμως η πραγματικότητα;
Η πραγματικότητα είναι ότι υπάρχει ένα πολύ αυστηρό νομοθετικό πλαίσιο που διασφαλίζει την αντικειμενικότητα και την εγκυρότητα της εξέτασης των ατόμων με αναπηρία και ειδικές μαθησιακές ανάγκες.
Σχετική εγκύκλιος που εκδίδεται κάθε χρόνο ορίζει αυστηρά ποιοι εξετάζονται προφορικά, πώς και από πού χορηγούνται οι γνωματεύσεις διάγνωσης της συγκεκριμένης πάθησης, πώς συγκροτούνται οι επιτροπές εξέτασης και πώς εξετάζονται οι συγκεκριμένες κατηγορίες υποψηφίων με αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. Συμπέρασμα: Κανείς υποψήφιος δεν εξετάζεται προφορικά αν δεν ανήκει σε συγκεκριμένες κατηγορίες και αν δεν έχει διαγνωστεί από επιτροπές ειδικών και από αρμόδια νοσηλευτικά ιδρύματα.
Κάθε χρόνο, στη σχετική εγκύκλιο και στις οδηγίες που αναφέρονται στη διαδικασία συγκρότησης επιτροπών βαθμολογητών και στον τρόπο εξέτασης των ατόμων με αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, βλέπουμε τη φροντίδα του νομοθέτη να διασφαλιστεί η αξιοπιστία και η εγκυρότητα της προφορικής εξέτασης.
Αυτή είναι η πραγματικότητα και δεν θέλω να σας κουράσω με τις λεπτομέρειες. Όπως είπα, πρόκειται για μια αξιόπιστη και έγκυρη εξέταση που διενεργείται από έμπειρους εξεταστές.
Περνάω τώρα στο θέμα της βαθμολόγησης των γραπτών δοκιμίων των φιλολογικών μαθημάτων των «κανονικών» πανελλαδικών εξετάσεων που αφορούν στην πλειοψηφία των υποψηφίων. Και ας ξεκινήσουμε με τις εξής διαπιστώσεις:
- Στα φιλολογικά μαθήματα (κυρίως στη Γλώσσα, την Ιστορία, τα Αρχαία), στα μαθήματα δηλαδή του πρώτου πεδίου (Ανθρωπιστικών Σπουδών) έχουμε τις περισσότερες αναβαθμολογήσεις συγκριτικά με τα άλλα μαθήματα των άλλων ομάδων προσανατολισμού. Δηλαδή, έχουμε αποκλίσεις στη βαθμολόγηση μεταξύ 1ου και 2ου βαθμολογητή πάνω από 12 μονάδες στην εκατοντάβαθμη κλίμακα, που σημαίνει απόκλιση περισσότερο από 2,5 βαθμούς στη εικοσάβαθμη κλίμακα). Σε περίπτωση που έχουμε διαφορά 13 μονάδων, το γραπτό παραπέμπεται σε αναβαθμολόγηση. Τελικός βαθμός είναι ο μέσος όρος των δύο υψηλότερων βαθμολογιών.
- Τις μεγαλύτερες αποκλίσεις μεταξύ 1ου και 2ου βαθμολογητή, ακόμη και σε διψήφιο αριθμό μερικές φορές κατά το παρελθόν, καταγράφει η βαθμολόγηση των δοκιμίων της Νεοελληνικής Γλώσσας και Λογοτεχνίας. Για παράδειγμα, το 13,26% του συνόλου των γραπτών δοκιμίων της Γλώσσας των πανελλαδικών του 2021 αναβαθμολογήθηκαν. Ας σημειωθεί ότι στη Γλώσσα εξετάζονται οι υποψήφιοι όλων των ομάδων προσανατολισμού.
- Μετά τη Νεοελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία το μεγαλύτερο ποσοστό αναβαθμολογήσεων παρουσιάζει η Ιστορία, σύμφωνα με στοιχεία των Πανελλαδικών του 2021.
Συμπερασματικά, το ποσοστό αναβαθμολογήσεων στη Γλώσσα και Λογοτεχνία είναι το υψηλότερο σε σχέση με τα άλλα εξεταζόμενα μαθήματα. Παλαιότερα όμως ξεπερνούσε το 20%. Άρα, συγκριτικά έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος τα τελευταία χρόνια. Επίσης, ο μεγαλύτερος αριθμός αναβαθμολογήσεων γίνεται στα μαθήματα του 1ου Πεδίου. Στα υπόλοιπα μαθήματα, έχοντας ως ενδεικτικό παράδειγμα τις πανελλαδικές του 2021, το ποσοστό είναι μικρότερο του 1%, εκτός από την Πληροφορική που το ποσοστό των αναβαθμολογήσεων ήταν τότε 1,68%. Ως γενική διαπίστωση θα μπορούσαμε να πούμε ότι τα τελευταία χρόνια το ποσοστό των αναβαθμολογήσεων έχει μειωθεί σε σχέση με το παρελθόν, και αυτό το αποδίδουν πολλοί στις ακριβείς και δεσμευτικές οδηγίες βαθμολόγησης και τις διευκρινίσεις από την Κεντρική Επιτροπή Εξετάσεων.
Αυτές είναι κάποιες γενικές αρχικές διαπιστώσεις.
Πώς γίνεται όμως η βαθμολόγηση στα βαθμολογικά κέντρα;
Η Κεντρική Επιτροπή Εξετάσεων δίνει βέβαια ενδεικτικές απαντήσεις, και κατά το δυνατόν ακριβείς οδηγίες μοριοδότησης, αλλά τονίζει πάντοτε ότι «οποιαδήποτε απάντηση επιστημονικά τεκμηριωμένη είναι ορθή». Αυτό φαίνεται να προκαλεί μεγάλο πονοκέφαλο σε εκείνους που θέλουν «απόλυτη αντικειμενικότητα», όπως λένε, και απόλυτη ομοιομορφία στην αξιολόγηση σε όλα τα βαθμολογικά κέντρα της χώρας.
Για την προετοιμασία τώρα της βαθμολόγησης ακολουθείται μια συγκεκριμένη διαδικασία που στόχο έχει τον συντονισμό των βαθμολογητών στη διαμόρφωση ενός, κατά το δυνατόν, κοινού πνεύματος αξιολόγησης το οποίο να διέπει το σώμα των βαθμολογητών του βαθμολογικού κέντρου.
Αυτό σημαίνει ότι σε κάθε βαθμολογικό κέντρο συνέρχονται οι βαθμολογητές μια ημέρα πριν από την έναρξη της βαθμολόγησης, και με την καθοδήγηση του συντονιστή βαθμολόγησης του συγκεκριμένου μαθήματος, διαμορφώνουν τα κριτήρια αξιολόγησης με στόχο την επίτευξη, κατά το δυνατόν, μεγαλύτερης σύγκλισης και ομοιομορφίας στην τελική βαθμολόγηση.
Είναι μια μοναδική εμπειρία, και για πολλούς εκπαιδευτικούς που την έχουν ζήσει είναι μια πραγματική δοκιμασία. Γιατί, ας το έχουμε υπόψη μας αυτό, οι πανελλαδικές εξετάσεις δεν είναι μόνο δοκιμασία για τους υποψηφίους αλλά και για τους βαθμολογητές. Κατά την προπαρασκευαστική, λοιπόν, αυτή βαθμολόγηση, η οποία προετοιμάζεται με μεγάλη προσοχή από τον συντονιστή, ακούς επιχειρήματα και αντεπιχειρήματα υπέρ και κατά μιας συγκεκριμένης απάντησης, λόγο και αντίλογο. Ζεις αντιπαραθέσεις μεταξύ των βαθμολογητών, ακούς ενστάσεις επί συγκεκριμένων σημείων μοριοδότησης, γενικές τοποθετήσεις και προβληματισμούς. Γίνεται μια ιδιαίτερη ζύμωση σε κάθε βαθμολογικό κέντρο -ακόμη και στο Ειδικό Εξεταστικό Κέντρο, που λειτουργεί συγχρόνως και ως Βαθμολογικό Κέντρο. Ζύμωση κατά την οποία και διαμορφώνεται το πνεύμα βαθμολόγησης του συγκεκριμένου βαθμολογικού κέντρου με έναν δημοκρατικό τρόπο. Κάθε βαθμολογητής, όταν βαθμολογεί, και στο τέλος βαθμολογεί μόνος με τη συνείδησή του, με αυτό το κοινό πνεύμα του σώματος των βαθμολογητών διαλέγεται εσωτερικά. Γι’ αυτό η συμμετοχή των βαθμολογητών στη φάση αυτή της προκαταρκτικής πειραματικής βαθμολόγησης και ομογενοποίησης των κριτήριων αξιολόγησης κρίνεται απαραίτητη.
Από όσα είπα μέχρι τώρα φαίνεται πως καταβάλλονται φιλότιμες προσπάθειες για την κατά το δυνατόν αντικειμενική και αξιόπιστη βαθμολόγηση. Ωστόσο, κάθε φορά, αμέσως μετά τις πανελλαδικές εξετάσεις και την ανακοίνωση των βαθμολογιών, διαβάζουμε στον τύπο για την «αδικία» που υφίστανται υποψήφιοι που διεκδικούν υψηλής ζήτησης σχολές λόγω της απώλειας μορίων που υφίστανται κατά τη βαθμολόγηση, ιδιαίτερα της Γλώσσας και Λογοτεχνίας. Μια αιτία ανάμεσα στις άλλες για την απώλεια μορίων θεωρούσαν αρκετοί, ιδιαίτερα στο παρελθόν, τις μη μοριοδοτημένες επακριβώς απαντήσεις από την Κεντρική Επιτροπή των Εξετάσεων. Πώς θα βαθμολογηθούν δηλαδή τα επιμέρους ζητούμενα σε ένα θέμα. Επίσης, αν και πόσο θα βαθμολογηθεί οτιδήποτε γράφεται σωστά από έναν μαθητή, ακόμη και αν η συνολική τελική απάντηση σε ένα θέμα είναι λάθος ή ελλιπής. Αυτές τις λεπτομέρειες στη μοριοδότηση η Κεντρική Επιτροπή τις αφήνει να τις διαχειριστεί το σώμα των βαθμολογητών στα κατά τόπους βαθμολογικά κέντρα. Και πολύ σωστά κάνει κατά τη γνώμη μου. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα γραπτά των πανελλαδικών εξετάσεων διορθώνονται ακόμη από ανθρώπους βαθμολογητές και όχι από τεχνητής νοημοσύνης μηχανές. Κατά συνέπεια η ελευθερία, η υπευθυνότητα, ο επαγγελματισμός και η συνείδηση του βαθμολογητή έχουν τον πρώτο λόγο.
Έτσι η τελική βαθμολόγηση είναι η συνισταμένη τριών παραγόντων:
1ος παράγοντας είναι η δεσμευτικότητα των προτάσεων, των ενδεικτικών απαντήσεων και της μοριοδότησης των θεμάτων από την Κεντρική Επιτροπή των Εξετάσεων.
2ος παράγοντας είναι η συμφωνία του σώματος των βαθμολογητών κάθε βαθμολογικού κέντρου ξεχωριστά, σχετικά με τη μοριοδότηση των επιμέρους θεμάτων.
Και ο 3ος παράγοντας, που διαμορφώνει καθοριστικά την τελική βαθμολόγηση, είναι η συνείδηση και ο επαγγελματισμός του κάθε βαθμολογητή χωριστά.
Τέλος, υπάρχει και η ασφαλιστική δικλείδα της αναβαθμολόγησης, για τις μεγάλες πάνω από τις 12 μονάδες αποκλίσεις στην εκατοντάβαθμη κλίμακα.
Προφανώς, τώρα, υπάρχουν και οι περιπτώσεις εκείνων των υποψηφίων που ευνοούνται από την αναβαθμολόγηση, αλλά οι αναλυτές και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης εστιάζουν περισσότερο σε εκείνους που ζημιώνονται. Γιατί η καλή είδηση δεν είναι είδηση… Ακούμε, άλλωστε, πολλές φορές ότι αριστούχος μαθητής, έμεινε έξω από την ιατρική λόγω κάποιων μορίων που έχασε στη Γλώσσα και Λογοτεχνία. Και μάλιστα χρησιμοποιείται μια λέξη ιδιαίτερα φορτισμένη από τον πολιτικό και κοινωνικό μας λόγο, η λέξη «αδικία». Γιατί, δεν είναι άδικο να χάνει κάποιος την ιατρική επειδή έγραψε 16 στη Γλώσσα Λογοτεχνία και όχι 18,5 ;
Αποτέλεσμα, επίσης, των μη αυστηρών και δεσμευτικών για όλα τα βαθμολογικά κέντρα απαντήσεων από την Κεντρική Επιτροπή, σε ό,τι αφορά και την τελευταία λεπτομέρεια, ήταν και η φήμη ότι κάποια βαθμολογικά κέντρα «κόβουν» μόρια και έτσι «αδικούνται» οι υποψήφιοι που τα γραπτά τους βαθμολογούνται εκεί. «Μα πώς είναι δυνατόν», αναρωτιούνται κάποιοι εκπαιδευτικοί του δημόσιου σχολείου αλλά και φροντιστές, «βραβευμένοι και αριστούχοι μαθητές στη Γλώσσα, με διακρίσεις σε διαγωνισμούς, να παίρνουν χαμηλή βαθμολογία στο τάδε βαθμολογικό κέντρο, ενώ μέτριοι μαθητές να παίρνουν ανέλπιστα υψηλή βαθμολογία;»
Οι μύθοι όμως και οι φήμες δεν είναι η πραγματικότητα. Και όπου υπάρχει καπνός, απλά υπάρχει καπνός… Μένει να εξακριβωθεί ότι υπάρχει και φωτιά. Γι’ αυτό, αγαπητοί μαθητές και αγαπητές μαθήτριες, προτείνω να μην δίνετε σημασία στις φήμες για την επιείκεια ή την αυστηρότητα των βαθμολογικών κέντρων και να εστιάσετε στην πραγματικότητα των εξετάσεων ως τέτοια, με τους κινδύνους και τις ευκαιρίες της, και τελικά στην αποδοχή της πραγματικότητας αυτής, ώστε να δώσετε τον καλύτερο εαυτό σας. Το τελικό αποτέλεσμα είναι κάτι μας ξεπερνά, εξαρτάται και από αστάθμητους παράγοντες, και έχει να κάνει με μια άλλη δικαιοσύνη που το νεαρό της ηλικίας και η δραματική ένταση της δοκιμασίας αυτής δεν σας επιτρέπουν να το διακρίνετε τώρα. Είστε μόλις 18 χρονών… Δεν μπορείτε να γνωρίζετε ούτε εσείς, αλλά ούτε και οι γονείς και οι δάσκαλοί σας, τους δρόμους της δικαιοσύνης και ποιο θα είναι το καλύτερο για εσάς. Ας έχετε εμπιστοσύνη, λοιπόν, στο ότι κάνοντας το καλύτερο που μπορείτε θα γίνει και το καλύτερο για την πρόοδο και την εξέλιξή σας. Και ας μην μπορείτε να το διακρίνετε τώρα.
Βέβαια, η συζήτηση αυτή περί αντικειμενικότητας και δικαιοσύνης στη βαθμολόγηση δεν έχει τέλος. Και δεν ξέρω κι αν θα τελείωνε με την εφαρμογή της τεχνητής νοημοσύνης (AI, artificial intelligence) στη βαθμολόγηση. Δεν ξέρω, δηλαδή, αν ρομπότ που θα προγραμματίζονται μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια, θα βαθμολογούν τη Γλώσσα και τη Λογοτεχνία με τρόπο που να θεωρείται αξιόπιστος, δίκαιος και αποδεκτός από όλους… Αν καταλάβατε, τώρα μόλις σας έδωσα το θέμα των Πανελλαδικών: «Η τεχνητή νοημοσύνη στη βαθμολόγηση των γραπτών των πανελλαδικών εξετάσεων».
Για να καταλάβετε πώς γίνεται η βαθμολόγηση από ανθρώπους βαθμολογητές, επιτρέψτε μου να σταθώ λίγο περισσότερο σ’ αυτό το σημείο και να φέρω ένα παράδειγμα από την εμπειρία μου. Το παράδειγμα αφορά στη διαμόρφωση των κριτηρίων ομοιογενούς αξιολόγησης του μαθήματος της Γλώσσας και Λογοτεχνίας.
Θυμάμαι στο βαθμολογικό κέντρο Καβάλας την προπαρασκευαστική συνάντηση βαθμολόγησης του μαθήματος της Λογοτεχνίας Θεωρητικής Κατεύθυνσης τότε, με συντονιστή τον αείμνηστο φιλόλογο, κριτικό και συγγραφέα, Γρηγόρη Πεντζίκη, που έφυγε τόσο νέος (γίνεται και λογοτεχνικός διαγωνισμός εφηβικού διηγήματος και ποίησης προς τιμή του κάθε χρόνο).
Ως γνωστόν, στο μάθημα αυτό γίνονταν τότε και οι περισσότερες αναβαθμολογήσεις, μέχρι που καταργήθηκε ως αυτοτελές μάθημα και εντάχθηκε στη μινιμαλιστική εκδοχή του στο μάθημα «Γλώσσα και Λογοτεχνία» της Γ’ Λυκείου. Θυμάμαι την ευαισθησία του Γρηγόρη, τα διλήμματα, το άγχος, την ανησυχία του να μην «αδικήσει» στο ελάχιστο κανέναν υποψήφιο, και στο τέλος την απόφαση να βαθμολογήσει θετικά, ας είναι και με λιγοστά μόρια, τη συγκροτημένη σκέψη, την ευαισθησία, την πρωτοτυπία και τη λογοτεχνική αξία της απάντησης στο συγκεκριμένο θέμα, ακόμη και όταν ο υποψήφιος δεν έδινε τη μία σωστή και αναμενόμενη απάντηση.
Πώς θα βαθμολογούσε, αναρωτιέμαι ένα ρομπότ, μια απάντηση σε ένα ερώτημα ανοιχτού τύπου και ελεύθερης ανάπτυξης στη Γλώσσα και τη Λογοτεχνία, καθώς και στα άλλα φιλολογικά και γλωσσικά μαθήματα; Η τεχνητή νοημοσύνη, που βασίζεται στη διάκριση σωστού – λάθους, πώς θα αποτιμούσε την εμφάνιση του γραπτού, την επιχειρηματολογία, τη συγκρότηση, τον εκφραστικό και ιδεολογικό πλούτο, την ευαισθησία, τη σαφήνεια και την πρωτοτυπία μιας άστοχης ή μη αναμενόμενης απάντησης, μιας απάντησης δηλαδή που δεν θα ήταν η μία και μόνη σωστή απάντηση; Πώς θα βαθμολογούσε η τεχνητή νοημοσύνη μια απάντηση αν αυτή ήταν αποτέλεσμα παρανάγνωσης και βρισκόταν έξω από τη μία ορθή και αποδεκτή ερμηνεία με την οποία θα είχε προγραμματιστεί ο βαθμολογητής ρομπότ; Αυτά είναι κάποια ερωτήματα που θα απασχολήσουν μάλλον σύντομα εκπαιδευτικούς και υποψηφίους στις μελλοντικές εξετάσεις. Το θέμα τότε ίσως θα είναι η αδικία από την εφαρμογή αυστηρά ομογενοποιημένων κριτηρίων αξιολόγησης και άκαμπτης μηχανοποιημένης μοριοδότησης σε όλα τα βαθμολογικά κέντρα. Ίσως τότε ακούσουμε τα συνθήματα: «Κάτω οι μηχανές βαθμολόγησης!» και «Ζήτω η ελευθερία του υποψηφίου και του βαθμολογητή!»
Αγαπητοί υποψήφιοι των πανελλαδικών εξετάσεων, αξιότιμοι γονείς, παλιοί και νέοι συνάδελφοι, αναφέρθηκα γενικά στους μύθους και τις φήμες που αναπαράγονται από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τροφοδοτούν την καχυποψία, το άγχος, την ανασφάλεια των εξεταζόμενων σχετικά με το ζητούμενο της τέλειας, απόλυτα αντικειμενικής και συγχρόνως δίκαιης βαθμολόγησης στις πανελλαδικές εξετάσεις, η οποία οφείλει να πείθει και να είναι και αποδεκτή από όλους, υψηλόβαθμους και χαμηλόβαθμους υποψηφίους. Επίσης, έδειξα ότι γίνονται τα τελευταία χρόνια αρκετά βήματα για να περιοριστούν οι αδυναμίες του συστήματος βαθμολόγησης. Μπορούν, χωρίς αμφιβολία, να γίνουν και άλλες βελτιώσεις τεχνικού χαρακτήρα με στόχο την ακόμη περισσότερο αξιόπιστη βαθμολόγηση. Ας πούμε, η παραπομπή ενός γραπτού για αναβαθμολόγηση μπορεί να γίνεται με διαφορά και κάτω από τις 12 μονάδες μεταξύ 1ου και 2ου βαθμολογητή.
Αναφέρθηκα, επίσης, στην αρχή στις πανελλαδικές εξετάσεις ως δοκιμασία. Μία από τις δοκιμασίες της ζωής μας. Και αυτή είναι εν τέλει η πραγματικότητα πέρα από τις φήμες και τους μύθους: οι πανελλαδικές εξετάσεις είναι μια δοκιμασία για τις αντοχές μας και ως τέτοια πραγματικότητα οφείλουμε να την αποδεχτούμε για να προχωρήσουμε παραπέρα και να εξελιχτούμε.
Όμως πέρα από την αποδοχή αυτής της πραγματικότητας υπάρχει και η αλήθεια. Γιατί πάνω από την πραγματικότητα είναι η αλήθεια. Από την αλήθεια τροφοδοτείται και η πραγματικότητα, η δική μας πραγματικότητα. Και ποια είναι η αλήθεια πάνω και πέρα από την πραγματικότητα των πανελλαδικών εξετάσεων, θα ρωτούσατε όσοι και όσες είστε υποψήφιοι και ετοιμάζεστε να δώσετε τον μεγάλο αγώνα σε λίγες μέρες;
Επιτρέψτε μου να συνοψίσω αυτή την αλήθεια σε μια σειρά αξιωματικών προτάσεων και σας προσκαλώ να τις σκεφτείτε και να αποφασίσετε κατά πόσο σας είναι χρήσιμες, διαφωτιστικές και εμψυχωτικές σε αυτή τη φάση της δοκιμασίας που βρίσκεστε:
1η αξιωματική πρόταση: Οι πανελλαδικές εξετάσεις, αν τις ερμηνεύσετε σωστά (δηλαδή χωρίς γκρίνια, άρνηση, φόβο), είναι μια δοκιμασία, η οποία, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα, μπορεί να συμβάλει στην εξέλιξη σας, στην ουσιαστική σας ενηλικίωση, που είναι και η προϋπόθεση για μια ευτυχισμένη ζωή.
2η αξιωματική πρόταση: Οι πανελλαδικές εξετάσεις είναι ένα από τα μαθήματα τα οποία προσφέρει η ζωή στην ηλικία που βρίσκεστε. Συγχρόνως είναι και μια ευκαιρία για την καλλιέργεια της αυτογνωσίας σας και τη δημιουργία του εαυτού σας, σύμφωνα με το ρητό: «γίνε αυτός που είσαι, αφού πρώτα γνωρίσεις τον αληθινό σου εαυτό». Και συμφέρει να δείτε τη δοκιμασία των πανελλαδικών εξετάσεων ως ένα μέσο προς την κατεύθυνση αυτή της αυτογνωσίας και αυτοβελτίωσης. Άλλωστε είναι μια δοκιμασία υποχρεωτική. Κάντε, λοιπόν, την ανάγκη επιλογή σας!
Και τι διδάσκεται ένας νέος στην ηλικία σας μέσα από αυτό το μάθημα των «πανελλαδικών εξετάσεων»; Διδάσκεται την ανάληψη της προσωπικής ευθύνης για τις επιλογές στη ζωή του. Διδάσκεται ότι, όπως σε κάθε τι στη ζωή, έτσι και στις πανελλαδικές, δεν υπάρχει στην ουσία αποτυχία ή επιτυχία αλλά ευκαιρία για εξέλιξη και μεταμόρφωση. Και η εξέλιξη και η μεταμόρφωση είναι επίπονη διαδικασία. Η κάμπια για να γίνει πεταλούδα πρέπει να πιέζει τα φτερά της στο κουκούλι, μέχρι να δυναμώσουν και να το ανοίξουν πιέζοντάς το. Μόνοι σας θα ανοίξετε το κουκούλι με τη δύναμη των φτερών σας. Θα σας προπονήσουν οι γονείς, οι καθηγητές και οι φροντιστές σας, αλλά δεν θα σας το ανοίξουν. Εσείς έχετε τη δύναμη γι’ αυτό από τη φύση σας. Έχετε «την δύναμιν» που έλεγε και ο Αριστοτέλης στα Ηθικά του, δηλαδή τη δυνατότητα, τη φυσιολογία, τις αρετές για να το πετύχετε. Μην τα παρατάτε, λοιπόν, όποια αντίσταση και αν συναντήσετε. Η αντίσταση είναι για να δυναμώσουν τα φτερά σας. Αν σας το ανοίξουν οι άλλοι το κουκούλι σας, δεν θα πετάξετε ποτέ. Γιατί τα φτερά σας τότε δεν θα έχουν τη δύναμη γι’ αυτό το πέταγμα. Και έτσι δεν θα μεταμορφωθείτε από κάμπια σε πεταλούδα. Και το ζητούμενο για τον άνθρωπο θα είναι πάντα η μεταμόρφωσή του. Πώς δηλαδή θα ενεργοποιήσει τις ανερώτητες δυνατότητές του, υποβάλλοντάς τους ερωτήματα μέσα από τις δοκιμασίες της ζωής.
Συμμετέχοντας, λοιπόν, στη δοκιμασία των πανελλαδικών εξετάσεων και έχοντας κάνει όλη την απαραίτητη προετοιμασία, μαθαίνει ο υποψήφιος και η υποψήφια πως η επιτυχία είναι εφικτή αρκεί να υπάρχει ένα όραμα που να εμπνέει, ένας σαφής στόχος, ένα ξεκάθαρο σχέδιο στο μυαλό, καθώς και η δράση για την υλοποίησή του. Η αυτοπειθαρχία, η εγκράτεια, η συνέπεια, η διαχείριση της καλής και της κακής στιγμής είναι αρετές που καλλιεργούνται από το μάθημα αυτό της ζωής που λέγεται «προετοιμασία και συμμετοχή στις πανελλαδικές εξετάσεις».
Αγαπητοί μαθητές, αγαπητές μαθήτριες, υποψήφιοι και υποψήφιες, γονείς και φίλοι των διαγωνιζόμενων, ολοκληρώνοντας την παράθεση των δικών μου αξιωματικών προτάσεων για την αλήθεια των πανελλαδικών εξετάσεων σας προσκαλώ να δείτε τις εξετάσεις αυτές σαν ένα παιχνίδι. Σαν κι αυτά που παίζατε παιδιά και σας συνέπαιρναν τότε. Και τα παίζατε επειδή σας άρεσαν και όχι επειδή σας το επέβαλαν άλλοι. Ας πούμε ότι συμμετέχετε σε έναν αγώνα ποδοσφαίρου, βόλεϊ, μπάσκετ. Σε μια παρτίδα σκάκι. Σε έναν αγώνα τένις, δρόμου ταχύτητας ή αντοχής. Φανταστείτε κάπως έτσι και τη συμμετοχή σας στις πανελλαδικές εξετάσεις. Ένα παιχνίδι είναι και αυτές. Συμμετέχετε, λοιπόν, χωρίς φόβο, χωρίς το άγχος των εξετάσεων να σας συνθλίβει, αποδεχόμενοι τους κανόνες αυτού του παιχνιδιού και χωρίς να τους νιώθετε σαν βάρος.
Σημασία σ’ αυτό το παιχνίδι δεν έχει η νίκη ή η ήττα, γιατί δεν υπάρχει νίκη και ήττα στο παιχνίδι της ζωής. Σημασία έχει πώς έπαιξες το παιχνίδι αυτό για να φτάσεις στην Ιθάκη σου, δηλαδή, στον προορισμό και το έπαθλό σου, που δεν είναι άλλος από τη δημιουργία και την ανακάλυψη του αληθινού σου εαυτού. Πώς έπαιξες, λοιπόν, αυτό το παιχνίδι των πανελλαδικών εξετάσεων μετράει για την εξέλιξή σου ως ανθρώπου και όχι η βαθμολογία. Σημασία έχει να κάνεις το καλύτερο που μπορείς με τον καλύτερο τρόπο στις συγκεκριμένες αυτές συνθήκες, με τις δυσκολίες και τις ευκολίες τους. Θα κριθείς, τελικά, από τη συνείδησή σου για το πώς έπαιξες αυτό το παιχνίδι και όχι για το αν κέρδισες ή έχασες. Αυτό μας θυμίζουν και οι στίχοι του γνωστού ποιήματος του Αμερικανού αθλητικογράφου Γκράντλαντ Ράις σε παράφραση:
«Όταν ο αιώνιος αγωνοδίκης γράψει πλάι στο όνομά σου κάτι, δεν θα είναι το αν έχασες ή αν κέρδισες, αλλά το πώς αγωνίστηκες».
«For when the One Great Scorer comes to mark against your name, / He writes—not that you won or lost—but how you played the Game», “Alumnus Football” (1941)
Πώς θα παίξεις, λοιπόν, σε αυτό το παιχνίδι των πανελλαδικών εξετάσεων. Πώς θα αγωνιστείς; Αυτή είναι η αλήθεια, υποψήφιοι και υποψήφιες αυτών των πανελλαδικών εξετάσεων, που θα σας μεταμορφώσει σε ενήλικα άτομα και σε ωραίους ανθρώπους, και θα διαμορφώσει τη δική σας πραγματικότητα. Εύχομαι σε όλους ένα ωραίο αγώνα και καλή επιτυχία!
Δημήτρης Βλάχος, τέως Σχολικός Σύμβουλος Φιλολόγων Ροδόπης
[1] Πρόκειται ουσιαστικά για την εισήγησή μου σε Ημερίδα στην Αλεξανδρούπολη (13-05-2023) για τη Βαθμολόγηση στις Πανελλαδικές Εξετάσεις που διοργάνωσε το φροντιστήριο Μεταγνώση και απευθυνόταν σε μαθητές, μαθήτριες, γονείς και εκπαιδευτικούς.